Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διάβασμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 lettu`ra ~f~ δώσ' μου κάτι για διάβασμα==dammi qualcosa da leggere! | το διάβασμα ενός περιοδικού==la lettura di un periodico
2 μελέτη stu`dio ~m~ δεν μπορώ να έρθω, έχω διάβασμα==non posso venire perché ho da studiare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διάβαση διαβασμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---