Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόανεβοκατεβαίνω
ρήμα αμετάβατο 1 sali`re e sce`ndere; anda`re su e giù ανεβοκατεβαίνει σκαλιά όλη μέρα==sale e scende le scale tutto il giorno 2 alza`rsi e abbassa`rsi; aumenta`re e diminui`re οι τιμές ανεβοκατεβαίνουν συνεχώς==i prezzi oscillano continuamente permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |