Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαγύρτης
ουσιαστικό αρσενικό 1 ciarlata`no ~m~; paglia`ccio ~m~ 2 imposto`re ~m~; imbroglio`ne ~m~; truffato`re ~m~ αγύρτισσα ουσιαστικό θηλυκό 1 femminile di [αγύρτης ^-η, ο^] 2 ciarlata`na ~f~; paglia`ccia ~f~ 3 imposto`ra ~f~; imbroglio`na ~f~; truffatri`ce ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |