Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

qui (επίρ.) quindicènnio (ουσ αρσ )
quiddità (θηλ.ουσ) quindicèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
quidditatìvo (επίθ.) quìndici ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
quiescènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) quindicimìla ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
quiescènza (θηλ.ουσ) quindicìna (θηλ.ουσ)
quietaménte (επίρ.) quindicinàle (ουσ αρσ )
quietànza (θηλ.ουσ) quindicinàle (επίθ.)
quietanzàre (ρ. μτβ.) quinquagenàrio (αρσ. επίθ και ουσ)
quietàre (ρ. μτβ.) quinquagèsima (θηλ.ουσ)
quiète (θηλ.ουσ) quinquagèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
quietìsmo (ουσ αρσ ) quinquennàle (αρσ. επίθ και ουσ)
quietìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) quinquènnio (ουσ αρσ )
quietìstico (επίθ.) quìnta (θηλ.ουσ)
quièto (επίθ.) quintàle (ουσ αρσ )
quinàrio (ουσ αρσ ) quintàna (θηλ.ουσ)
quinàrio (επίθ.) quintèrno (ουσ αρσ )
quìnci (επίρ.) quintessènza (θηλ.ουσ)
quincóncia (θηλ.ουσ) quintessenziàle (επίθ.)
quindecemviràto (ουσ αρσ ) quintétto (ουσ αρσ )
quìndi (επίρ.) quintìle (αρσ. επίθ και ουσ)
quindicennàle (ουσ αρσ ) quintilióne (ουσ αρσ )
quindicennàle (επίθ.) quintìna (θηλ.ουσ)
quindicènne (ουσ αρσ ) quintìno (ουσ αρσ )
quindicènne (θηλ.ουσ) quìnto (επίθ.)
quindicènne (επίθ.) quintogènito (αρσ. επίθ και ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: