Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvorticóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [vortiˈkoso], [vortiˈkozo] 1 περιδίνητος 2 περιδινούμενος 3 στροβιλώδης 4 στροβιλιζόμενος 5 στροβιλοειδής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |