Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvol–au–vent
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,voloˈvan] 1 μπουρεκάκι με ραγού κρέας 2 κρεατόπιτα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |