Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvolatilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [volatiliˈta] 1 ελαφρότητα χαρακτήρα 2 μεταβλητότητα 3 πτητικότητα ουσίας 4 αστάθεια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |