Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


vìta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈvita]

η ζωή


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  visus vitaccia  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


per tutta la vita = εφ' όρου ζωής || tenore [αρσ.] di vita = το βιοτικό επίπεδο || vita natural durante = εφ' όρου ζωής


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

visuale (επίθ.)
visualizzare (ρ. μτβ.)
visualizzatore (αρσ. επίθ και ουσ)
visualizzazione (θηλ.ουσ)
visus (ουσ αρσ )
vita (θηλ.ουσ)
vitaccia (θηλ.ουσ)
vitaiolo (ουσ αρσ )
vitalba (θηλ.ουσ)
vitale (αρσ. επίθ και ουσ)
vitalismo (ουσ αρσ )
vitalità (θηλ.ουσ)
vitaliziare (ρ. μτβ.)
vitalizio (ουσ αρσ )
vitalizio (επίθ.)
vitamina (θηλ.ουσ)
vitaminico (επίθ.)
vitaminizzare (ρ. μτβ.)
vitaminizzazione (θηλ.ουσ)
vitaminologia (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---