Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvesuviàna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [vezuˈvjana] σύνθετο ορυκτό ένυδρου πυριτικού ασβεστίου και αλουμινίου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |