Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόversànte
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [verˈsante] 1 κλιτύς 2 κατηφόρα 3 πλαγιά 4 κατηφοριά versànte επίθετο Προσφορά I.P.A.: [verˈsante] 1 αυτός που πληρώνει 2 αποταμιευτής 3 καταθέτης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |