Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόverrucóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [verruˈkoso], [verruˈkozo] 1 ακροχορδονώδης 2 κονδυλωματώδης 3 γεμάτος κρεατοελιές 4 θηλωματώδης 5 κονδυλώδης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |