Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvendemmiatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [vendemmjaˈtore] 1 εργάτης συγκομιδής σταφυλιών 2 τρυγητής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |