Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvendicatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [vendikaˈtore] 1 τιμωρός 2 εκδικητικός 3 εκδικητής 4 ξεδικιωτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |