Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόurtàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [urˈtare] 1 (sbattere) προσκρούω 2 (offendere) πειράζω urtarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [urˈtarsi] 1 συγκρούομαι 2 εκνευρίζομαι 3 εξοργίζομαι 4 νευριάζω 5 σπρώχνομαι 6 προσκρούω 7 ωθούμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |