Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόunivèrso
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [uniˈvɛrso] το σύμπαν univèrso επίθετο Προσφορά I.P.A.: [uniˈvɛrso] 1 ολόκληρος 2 καθολικός 3 γενικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |