Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtritàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [triˈtare] 1 λιανίζω 2 ψιλοκόβω 3 κατακόβω 4 κατατεμαχίζω 5 κατακομματιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |