Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrituràre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [trituˈrare] 1 αλέθω 2 τρίβω 3 κοπανίζω 4 κονιοποιώ 5 κονιορτοποιώ 6 μεταβάλλω σε σκόνη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |