Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtravàglio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [traˈvaʎʎo] 1 αγωνία 2 άλγος 3 πόνος γέννας 4 πόνος 5 σκοτούρα 6 ανησυχία 7 βασάνισμα 8 βασανισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |