Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtravagliàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [travaʎˈʎare] 1 ταλαιπωρώ 2 βασανίζω travagliarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [travaʎˈʎarsi] 1 αγωνιώ 2 ανησυχώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |