Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtraversàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [traverˈsare] 1 ανεβαίνω εγκάρσια (ορειβασία) 2 διασχίζω εγκάρσια 3 διασχίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |