Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtravestìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [travesˈtire] 1 μεταμφιέζω 2 συγκαλύπτω 3 μασκαρεύω travestirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [travesˈtirsi] μεταμφιέζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |