ItalianoGreco


tramestìo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [tramesˈtio]

1 σύγχυση
2 νταβαντούρι
3 σαματάς
4 βαβυλωνία
5 πανδαιμόνιο
6 αναμπουμπούλα
7 φασαρία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---