Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtovagliàto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [tovaʎˈʎato] 1 τραπεζομάντιλα λινά 2 λινό ύφασμα για τραπεζομάντιλα κλπ 3 χασές 4 λινά του νοικοκυριού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |