Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtosatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [tozaˈtura] 1 κούρεμα (ζώου) 2 κοντό κούρεμα 3 κούρεμα (προβάτων) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |