Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtosatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [tozaˈtore] 1 κουρέας (ζώων) 2 κουρέας (προβάτων) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |