Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtonànte
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [toˈnante] 1 φοβερά έντονος 2 φοβερά μεγάλος 3 φοβερός 4 φοβερά ασυνήθιστος 5 βροντώδης 6 βροντερός 7 εντυπωσιακός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |