Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtentàbile
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [tenˈtabile] κάθε πιθανή περίπτωση tentàbile επίθετο Προσφορά I.P.A.: [tenˈtabile] 1 επιχειρήσιμος 2 άξιος να προσπαθήσεις permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |