Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


tastàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [tasˈtare]

1 βολιδοσκοπώ
2 βυθομετρώ
3 ακουμπώ
4 ψαύω
5 ελέγχω
6 ψηλαφώ
7 ψαχουλεύω
8 ψηλαφίζω
9 ερευνώ εξονυχιστικά
10 εξετάζω
11 εγγίζω
12 πασπατεύω
13 αγγίζω
14 επιψαύω
15 πιάνω μόλις
16 άπτομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  tastamento tastata  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

tassonomia (θηλ.ουσ)
tassonomico (επίθ.)
tassonomista (ουσ αρσ και θηλ.)
tasta (θηλ.ουσ)
tastamento (ουσ αρσ )
tastare (ρ. μτβ.)
tastata (θηλ.ουσ)
tastatina (θηλ.ουσ)
tasteggiare (ρ. μτβ.)
tastiera (θηλ.ουσ)
tastierista (ουσ αρσ )
tasto (ουσ αρσ )
tastone (επίρ.)
tastoni (επίρ.)
tata (ουσ αρσ και θηλ.)
tataro (αρσ. επίθ και ουσ)
tattica (θηλ.ουσ)
tatticismo (ουσ αρσ )
tattico (ουσ αρσ )
tattico (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---