Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtardivaménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [tardivaˈmente] 1 καθυστερημένα (χρονικά) 2 αργοπορημένα πολύ 3 αργά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |