Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sviàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [zviˈare]

1 παραστρατώ
2 εκτρέπομαι
3 παραπέφτω
4 ξεστρατίζω
5 εξοκέλλω

sviàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [zviˈare]

1 μεταπείθω
2 αποσπώ την προσοχή κάποιου
3 αποτρέπω
4 αποπλανώ
5 μολεύω
6 διαφθείρω
7 παροχετεύω
8 εκτρέπω
9 ανατρέπω
10 αποφεύγω
11 αποτρέπω (κίνδυνο)
12 αποκρούω (χτύπημα)

sviarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [zviˈarsi]

1 εκτρέπομαι
2 παίρνω τον κακό δρόμο
3 εκτρέπομαι από κάποιο στόχο
4 παραστρατώ
5 ξεστρατίζω
6 εξοκέλλω
7 παραπέφτω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sviamento sviato  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

Svezia (κύρ.όν. θηλ.)
svezzamento (ουσ αρσ )
svezzare (ρ. μτβ.)
svezzarsi (ρ.μ. (αντων.))
sviamento (ουσ αρσ )
sviare (ρ.αμτβ.)
sviare (ρ. μτβ.)
sviarsi (ρ.μ. (αντων.))
sviato (επίθ.)
svicolare (ρ.αμτβ.)
svignare (ρ.αμτβ.)
svignarsela (ρ. με αντ.ή επιρρ. μ.)
svigorimento (ουσ αρσ )
svigorire (ρ. μτβ.)
svilimento (ουσ αρσ )
svilire (ρ. μτβ.)
svillaneggiamento (ουσ αρσ )
svillaneggiare (ρ. μτβ.)
svillaneggiarsi (ρ.μ. (αντων.))
sviluppabile (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---