ItalianoGreco


svagatézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [zvagaˈtettsa]

1 αστοχασιά
2 ασυλλογισιά
3 ονειροπόληση
4 αφηρημάδα
5 απροσεξία
6 αδυναμία συγκέντρωσης


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---