Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


subodoràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [subodoˈrare]

1 ψυλλιάζομαι
2 υποπτεύομαι
3 μυρίζομαι
4 ψυχανεμίζομαι
5 ιδεάζομαι
6 υποψιάζομαι
7 πονηρεύομαι
8 μυγιάζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  suboceanico suborbitale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

subminiaturizzazione (θηλ.ουσ)
submontano (επίθ.)
subnormale (ουσ αρσ και θηλ.)
subnormale (επίθ.)
suboceanico (επίθ.)
subodorare (ρ. μτβ.)
suborbitale (επίθ.)
subordinante (επίθ.)
subordinare (ρ. μτβ.)
subordinata (θηλ.ουσ)
subordinatamente (επίρ.)
subordinativo (επίθ.)
subordinato (αρσ. επίθ και ουσ)
subordinazione (θηλ.ουσ)
subornare (ρ. μτβ.)
subornatore (ουσ αρσ )
subornazione (θηλ.ουσ)
subpolare (επίθ.)
subroutine (ουσ αρσ )
subsidente (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---