Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstramazzàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [stramatˈtsare] πέφτω βαριά stramazzàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [stramatˈtsare] ρίχνω κάποιον κάτω (με χτύπημα κλπ) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |