Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstilàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [stiˈlata] 1 κολόνα τοίχου (ανάμεσα από παράθυρα) 2 παραστάτης πόρτας 3 στύλος (γέφυρας) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |