Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstanàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [staˈnare] 1 κάνω κάποιον να βγει έξω 2 βγάζω (θήραμα) από την τρύπα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |