Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspecificità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [speʧifiʧiˈta] 1 μοναδικότητα 2 προσωπικότητα 3 χαρακτηριστικό 4 ιδιομορφία 5 ιδιαιτερότητα 6 ατομικότητα 7 εξαιρετικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |