sollecitùdine
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [solleʧiˈtudine]
1 γνοιάση
2 αγωνία
3 προτροπή
4 αδημονία
5 μέριμνα
6 διαφέρον
7 φροντίδα
8 ενδιαφέρον
9 έγνοια
10 ταχύτητα
11 γρηγοράδα
12 ετοιμότητα
13 αμεσότητα
14 γρηγοροσύνη
15 σπουδή
16 προθυμία
17 σβελτοσύνη
18 σβελτάδα
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [solleʧiˈtudine]
1 γνοιάση
2 αγωνία
3 προτροπή
4 αδημονία
5 μέριμνα
6 διαφέρον
7 φροντίδα
8 ενδιαφέρον
9 έγνοια
10 ταχύτητα
11 γρηγοράδα
12 ετοιμότητα
13 αμεσότητα
14 γρηγοροσύνη
15 σπουδή
16 προθυμία
17 σβελτοσύνη
18 σβελτάδα
permalink
sollecitudine (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android