ItalianoGreco


scemàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [ʃeˈmare]

1 απισχναίνομαι
2 χάνω τη σημασία που είχα
3 λιγοστεύω
4 τραβιέμαι (για παλίρροια)
5 χάνω δυνάμεις
6 αποδυναμώνομαι
7 γίνομαι λιγότερο σπουδαίος
8 ελαττώνομαι
9 αδυνατίζω
10 πέφτω
11 εξασθενώ
12 ισχνεύω
13 ζαρώνω
14 μαζεύομαι
15 μειώνομαι
16 αδυνατίζω
17 αχαμναίνω

scemàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ʃeˈmare]

1 ελαχιστοποιώ
2 λιγοστεύω
3 μειώνω
4 περιορίζω
5 σμικρύνω
6 ελαττώνω
7 συμπτύσσω
8 βραχύνω
9 μικραίνω
10 συντομεύω
11 περιστέλλω
12 κονταίνω
13 μετριάζω
14 περικόπτω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---