ItalianoGreco


scambìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [skamˈbista]

1 παίκτης χρηματιστηρίου
2 έμπορος
3 χρηματιστής
4 κλειδούχος (τρένων)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---