Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsardònico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [sarˈdɔniko] 1 ειρωνικός 2 σαρδόνιος 3 χλευαστικός 4 σαρκαστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |