Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsalvagènte
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,salvaˈʤɛnte] (ciambella, giubbotto) το σωσίβιο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαgiubbotto [αρσ.] salvagente = το σωσίβιο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |