Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrudézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ruˈdettsa] 1 αγριότητα 2 προστυχιά 3 ξεδιαντροπιά 4 χοντροκοπιά 5 αγένεια 6 σκαιότητα 7 βαναυσότητα 8 τραχύτητα 9 σκληρότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |