ItalianoGreco


romanizzazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [romaniddzatˈtsjone]

1 προσηλυτισμός στον ρωμαιοκαθολικισμό
2 προσεταιρισμός στο Ρωμαὶκό χαρακτήρα
3 μεταγραφή με λατινικούς χαρακτήρες


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---