Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrisolvibilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [risolvibiliˈta] 1 διαλυτότητα 2 δυνατότητα επίλυσης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |