Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόriscaldatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [riskaldaˈtura] 1 αναθέρμανση 2 θέρμανση 3 ζέσταμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |