Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrincupìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [rinkuˈpire] 1 σκοτεινιάζω 2 συννεφιάζω 3 σκουραίνω rincupìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rinkuˈpire] κάνω πιο σκοτεινό rincupirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rinkuˈpirsi] 1 σκοτεινιάζω 2 συννεφιάζω 3 σκουραίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |