ItalianoGreco


rigidità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [riʤidiˈta]

1 δριμύτητα (καιρού)
2 ανελαστικότητα
3 αδιαλλαξία
4 αυστηρότητα
5 ακαμψία
6 αλυγισιά
7 δυσκαμψία
8 οξύτητα
9 σοβαρότητα
10 σκληρότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---