Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrifermàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [riferˈmare] 1 επιβεβαιώνω 2 επικυρώνω 3 προσεπικυρώνω 4 προσκυρώνω 5 προσδένω 6 εξακολουθώ 7 σταματώ ξανά 8 δένω ξανά 9 προσμαρτυρώ rifermarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [riferˈmarsi] σταματώ ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |