Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ridistribuìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ridistribuˈire]

αναδιανέμω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ridistendersi ridistribuzione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ridiscendere (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ridiscorrere (ρ.αμτβ.)
ridisporre (ρ. μτβ.)
ridistendere (ρ. μτβ.)
ridistendersi (ρ.μ. (αντων.))
ridistribuire (ρ. μτβ.)
ridistribuzione (θηλ.ουσ)
ridiventare (ρ.αμτβ.)
ridividere (ρ. μτβ.)
ridomandare (ρ. μτβ.)
ridonare (ρ. μτβ.)
ridondante (επίθ.)
ridondanza (θηλ.ουσ)
ridondare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ridosso (ουσ αρσ )
ridotta (θηλ.ουσ)
ridotto (ουσ αρσ )
ridotto (επίθ.)
riducente (ουσ αρσ )
riducente (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---