ItalianoGreco


riaffacciàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [riaffatˈʧare]

προσάγω ξανά

riaffacciarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [riaffatˈʧarsi]

1 επανεμφανίζομαι
2 παρουσιάζομαι ξανά
3 επιστρέφω
4 ξαναγίνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---